ΔΟΞΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
Οι δοξασίες, οι παράξενες διηγήσεις, οι διάφορες συνήθειες της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, τα όνειρα, εμφανίζονται και έχουν τη θέση τους ως πραγματικά γεγονότα στα οποία ο καθένας πιστεύει ή τα λαμβάνει υπόψη του για τις περαιτέρω ενέργειες στη ζωή του. Έχουν φθάσει σε εμάς μέσα από διηγήσεις ιστοριών, περιστατικών, μύθων, παραμυθιών, τραγουδιών, συμπεριφορών. Οι μυθολογίες και οι λαϊκές διηγήσεις όλων των λαών βρίθουν από «φανταστικά» γεγονότα, παράξενα όντα, ανθρώπους με ιδιαίτερες ικανότητες.
Στην ελληνική αγροτική ζωή συναντούμε κυρίως όσον αφορά τα πρόσωπα, τις νεραϊδες, τα ξωτικά, τις λάμιες, τις ξεραμένες σε διάφορες παραλλαγές. Το κύριο χαρακτηριστικό των νεράϊδων συνίσταται στο ότι ζουν πάντα κοντά σε υδάτινους τόπους (ποταμοί, λίμνες, ρέματα, βρύσες) και είναι πολύ όμορφες. Αν κάποιος τις δει δεν θα πρέπει να τους μιλήσει διότι θα χάσει τη φωνή του, αν όμως κατορθώσει και κλέψει το μαντήλι από κάποια τότε αυτή τον ακολουθεί και γίνεται γυναίκα του. Η συγκεκριμένη ιστορία έχει τόσο έντονα χαρακτηριστικά με συνέπεια να συναντάμε και σήμερα σε επαρχιακά μέρη, ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι κατόρθωσαν να «αιχμαλωτίσουν» μια νεράϊδα και να την παντρευτούν. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζονται στα δάση ή σε απόμερα σημεία οι «ξεραμένες» οι οποίες προκαλούν το φόβο, όπως και οι λάμιες. Οι λάμιες αναφέρονται και στα δημοτικά τραγούδια όπου ο ήρωας παλεύει με τη λάμια σε μια προσπάθεια να την αιχμαλωτίσει ή αυτή να τον νικήσει. Πολλές φορές συναντάται στην εκφορά του καθημερινού λόγου με απαξιωτικό χαρακτήρα προς μια κοπέλα προσδίδοντας της χαρακτηριστικά κακίας, πονηριάς και κρυψύνοιας. Σε άλλες τοποθεσίες εμφανίζεται ο αράπης (κυρίως σε πηγάδια και εγκαταλελειμένα σπίτια), ενώ αλλού εμφανίζονται ζώα, κυρίως κριάρια σε διαβάσεις ρεμάτων και χωραφιών.Τέλος είναι γνωστές οι ιστορίες με τα ξωτικά τα οποία έχουν μια απόκοσμη μορφή, αλλά και οι ιστορίες με βρυκόλακες που παρουσιάζονται και στα δημοτικά τραγούδια και είναι κοινές στις δοξασίες πολλών λαών και μάλιστα επιβιώνουν μέσα από μυθιστορήματα και ταινίες στον κινηματογράφο. Μιλώντας για φόβους μέσα στη φύση θα πρέπει να αναφερθεί και η δοξασία που συμβουλεύει κάποιον να μην απαντήσει αν ακούσει το όνομα του ενώ περπατά μόνος μέσα στο δάσος, διότι μπορεί να χάσει τη φωνή του ή να πάθει κάποιο κακό. Αυτό έχει οδηγήσει ορισμένες φορές και σε κωμικοτραγικά περιστατικά, όπως του πατέρα που καλούσε το γιο του μέσα στην νύχτα ο οποίος ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση και εκείνος δεν απαντούσε διότι είχε υπόψη του τη συγκεκριμένη δοξασία. Αποδεικνύει όμως την δύναμη αυτής της πεποίθησης. Κάτι ανάλογο σε πιο θετική παραλλαγή μπορεί να έχει μια προστατευτική χροιά. Διηγείται κάποιος ότι ξεκίνησε νύχτα να πάει από το ένα χωριό στο άλλο και ότι κατά τη διάρκεια της πορείας του τον συνόδευε ένα φωτάκι μέχρι που έφθασε στον προορισμό του. Κοντά σε αυτά αναφέρονται τόποι στους οποίους έχουν συμβεί γεγονότα και έχουν «στοιχειώσει». Σε πολλά μέρη της Ελλάδας οι ντόπιοι δείχνουν έναν τόπο με μια συστάδα βράχων για τους οποίους εξηγούν ότι στην πραγματικότητα είναι μια ανθρώπινη πομπή η οποία συνόδευε μια νύφη και η οποία πέτρωσε. Πολλές φορές μάλιστα προσδιορίζουν τον τόπο αυτό με την ονομασία «στη νύφη». Επίσης σε μέρη όπου υπάρχουν κατεστραμένες ή εγκαταλελειμένες εκκλησίες διηγούνται ότι το βράδυ βλέπουν ένα φως να ξεπροβάλλει μέσα από αυτές ή ακόμα και να κινείται ακολουθώντας μια διαδρομή που συνδέει αυτή την εκκλησία με όλες τις άλλες του χωριού. Πολλές φορές οι διάφοροι τόποι συνδέονται με την εύρεση θησαυρών. Είναι γνωστή η ιστορία όπου κάποιος βλέπει στον ύπνο του να του υποδεικνύεται ένας συγκεκριμένος τόπος όπου εκεί θα βρει μικρά κανατάκια με νομίσματα, συμβουλεύοντας τον όμως να πάει εκεί μόνος και νύχτα. Αν έχει συνοδεία τότε θα βρει τα κανατάκια αλλά θα έχουν μέσα κάρβουνα. Και στην περίπτωση αυτή η πεποίθηση περί της αληθοφάνειας είναι εντονότατη αφού μέχρι πριν από λίγα χρόνια ζούσε ένας γέρος ο οποίος ισχυριζόταν ότι του είχε συμβεί αυτό το περιστατικό και μάλιστα επιδείκνυε και τα κανατάκια με τα κάρβουνα διότι φοβήθηκε να πάει μόνος. Η ιστορία αυτή δεν αφορά μόνο τον ελληνικό χώρο, αφού ο Κάρλο Λέβι στο μυθιστόρημα του «Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι» αναφέρει την ίδια δοξασία η οποία υπάρχει σε ένα χωριό της Κάτω Ιταλίας. Μια άλλη ιστορία αφορά την ύπαρξη μιας γουρούνας με επτά χρυσά γουρουνάκια, η οποία είναι κάπου αόριστα θαμμένη και όποιος τη βρει θα γίνει πολύ πλούσιος. Η δοξασία αυτή μπορεί να συνδέεται με τόπους όπου παλιά υπήρχε αρχαία πόλη η οποία εγκαταλείφθηκε ή καταστράφηκε. Φέρνει όμως και στο νου μας την προετοιμασία για την μύηση στα Ελευσίνια μυστήρια, αφού σύμφωνα με την παράδοση ο υποψήφιος για μύηση έπρεπε να θυσιάσει ένα χοιρίδιο ή αργότερα να προσφέρει ένα πήλινο γουρουνάκι.
Ένας άλλος τομέας που έχει να κάνει με παράξενα όντα και ιστορίες αφορά τον χώρο των παραμυθιών. Μέσα σε αυτόν τον χώρο συμπλέκονται μυθολογικά, ιστορικά, ψυχικά στοιχεία και διαμορφώνουν την εξέλιξη του συγκεκριμένου παραμυθιού. Νάνοι, ξωτικά, νεράιδες, βασιλόπουλα και βασιλοπούλες, καλές και κακές μάγισσες, κορίτσια και αγόρια που πεθαίνουν και ανασταίνονται, όλοι αυτοί αποτελούν τους πρωταγωνιστές που συνθέτουν το σκηνικό του παραμυθιού κινούμενοι σε χώρους και χρόνους που δεν έχουν συμβατικά όρια. Ο Χανς και Γκρέτελ, η κοκκινοσκουφίτσα, η σταχτοπούτα, βασιλοπούλες ή βασιλόπουλα που αναζητούν ο ένας τον άλλον αποκαλύπτουν βαθύτατες αρχέγονες ψυχικές καταστάσεις οι οποίες βρίσκουν τα αντίστοιχα αρχέτυπα μέσα μας και γι’ αυτό είναι πάντα ευχάριστες στο άκουσμα τους, αφού πολλές φορές συνοδεύονται από ένα διδακτικό χαρακτήρα. Ίσως γι’ αυτό διαφέρουν από σύγχρονες κατασκευασμένες παιδικές ιστορίες, ο οποίες ενδεχομένως δεν έχουν ως πηγή τους τις βαθύτατες εσωτερικές όψεις του ίδιου του εαυτού μας.
Άλλες ιστορίες συνδέονται με εμφάνιση διάφορων φαινομένων τα οποία δημιουργούν ένα προαίσθημα ή έχουν προφητικό χαρακτήρα και εξηγούνται με την βεβαιότητα της επέλευσης συγκεκριμένου συμβάντος. Τις παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου το 1940 αρκετοί ισχυρίζονται ότι είδαν στον ουρανό ένα πολύ μεγάλο αστέρι που κάλυπτε όλο τον ουρανό και το οποίο δεν το είχαν ξαναδεί. Οι γέροι αντικρίζοντας αυτό το φαινόμενο αποφάνθηκαν με σιγουριά ότι «θα έχουμε πόλεμο». Την ίδια χρονική περίοδο και μάλιστα την παραμονή της κήρυξης του πολέμου ένας αγρότης σε κάποιο χωριό στη Φθιώτιδα βγήκε στην αυλή του σπιτιού του τη νύχτα. Το σπίτι του ήταν απέναντι από την εκκλησία του χωριού και σύμφωνα με τη διήγηση του είδε τον Άγιο Γεώργιο έφιππο να κάνει κύκλους γύρω από την εκκλησία. Μπήκε μέσα στο σπίτι του, διηγήθηκε το συμβάν στη γυναίκα του και κατέληξε λέγοντας και αυτός ότι «θα έχουμε πόλεμο». Αυτή η επαφή με το επέκεινα και κυρίως μέσα από θρησκευτικές εικόνες λαμβάνει πολλές φορές και τη μορφή μιας προειδοποίησης για θετική ή αρνητική πρακτική. Στο ίδιο χρονικό πλαίσιο με τα ανωτέρω συμβάντα, κατά τη διάρκεια της κατοχής, μια ομάδα ιταλών στρατιωτών είχε στρατοπεδεύσει στο χώρο γύρω από ένα εξωκλήσι. Ένας ιταλός στρατιώτης εκμυστηρεύτηκε σε κάτοικο του παρακείμενου χωριού με σπαστά ελληνικά ότι «αυτό το Άγιο βαράει, βγαίνει τη νύχτα και μας χτυπάει». Ο κάτοικος του χωριού του απάντησε ότι έτσι πράττει αυτός ο Άγιος και ότι θα πρέπει να σέβονται το χώρο όπου βρίσκονται. Παραμένοντας στη διάρκεια της κατοχής, σε μία κωμόπολη της Πελοποννήσου είχαν συλληφθεί μερικοί έλληνες πατριώτες και την επόμενη ημέρα επρόκειτο να εκτελεστούν. Εκείνη τη νύχτα ο γερμανός αξιωματικός που είχε επιφορτιστεί με την εκτέλεση είδε να εμφανίζεται στον ύπνο του ένας γέρος ο οποίος του είπε ότι «αυτό που έχεις αποφασίσει να κάνεις να μην το κάνεις». Το πρωί ο γερμανός πηγαίνοντας για να εκπληρώσει το μακάβριο καθήκον του, πέρασε μπροστά από την εκκλησία και χωρίς σχεδόν να το καταλάβει μπήκε μέσα. Με την είσοδο του σ’ αυτή αντίκρυσε την εικόνα του Αγίου Χαράλαμπου και αμέσως αναγνώρισε τον γέροντα που είχε εμφανιστεί στον ύπνο του. Φυσικά δεν πραγματοποίησε την εκτέλεση και αργότερα, μετά το τέλος του πολέμου, επισκεπτόταν κάθε χρόνο την πόλη αυτή την ημέρα της γιορτής του Αγίου Χαραλάμπους.
Οι επαφές με το υπερφυσικό εκφράζονται πολλές φορές και με μαγικού τύπου πρακτικές ή συμπεριφορές. Είναι γνωστό ότι σχεδόν σε κάθε χωριό υπήρχε μια γυναίκα που ασχολούνταν με μάγια. Η «μάγισσα» γνώριζε να εξηγεί και να λύνει τα μάγια και δεχόταν τις επισκέψεις πολλών κατοίκων των γύρω περιοχών. Κρατούσε μυστικότητα σχετικά με αυτά που έκανε και συχνά εξαφανιζόταν τις νύχτες χωρίς να ξέρει κανείς που πηγαίνει και τι κάνει. Αρκετές φορές οι πράξεις τους θεωρούνταν ψεύτικες, κομπογιανίτικες, αλλά πολλές φορές υπήρχαν δείγματα ενεργειών που προξενούσαν την απορία, το φόβο και δημιουργούσαν ερωτηματικά. Μια παρέα νέων σε ένα χωριό αποφάσισε να παρακολουθήσει τη γυναίκα που ασχολούνταν με τα μάγια κατά τις νυχτερινές της εξόδους για να δουν τι έκανε. Όταν νύχτωσε την είδαν να βγαίνει από το σπίτι της και να πηγαίνει προς την άκρη του χωριού. Υπήρχε σκοτάδι, ο καιρός ήταν καλός, αέρας δεν φυσούσε και οι νέοι αυτοί δεν φοβούνταν παρά έκαναν κι αστεία όπως ήταν κρυμμένοι και παρακολουθούσαν. Η γυναίκα έφθασε σε ένα ρέμα στην άκρη του χωριού και διάβηκε το γεφύρι του. Μόλις η παρέα προσπάθησε να την ακολουθήσει σηκώθηκε πάνω στο γεφύρι ένας πολύ δυνατός ανεμοστρόβιλος δημιουργώντας έναν αδιαπέραστο τείχο αποτρέποντας τους να προχωρήσουν. Φοβήθηκαν πολύ και μάλιστα διασκορπίστηκαν στα πιο κοντινά συγγενικά τους σπίτια, όπου κάποιος από αυτούς διηγήθηκε το περιστατικό. Προφανώς η γυναίκα αυτή είχε αναπτύξει κάποιες πρακτικές απώθησης μέσα από την ιδιαίτερη της πρακτική την οποία εξασκούσε τη νύχτα. Παρεμφερή περιστατικά αναφέρονται για γυναίκες που μαζεύονται και χορεύουν γυμνές στο φως του φεγγαριού κάνοντας διάφορες τελετουργίες. Ένα τέτοιο περιστατικό διηγείται ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στο διήγημα του «Οι Μάγισσες». . Η χριστιανική θρησκεία εξέβαλε όλα αυτά στο χώρο της αρνητικής μαγείας, φαίνεται όμως ότι οι συγκεκριμένες ενέργειες των γυναικών έχουν να κάνουν ενδεχομένως με πανάρχαιες τελετουργίες γυναικείων τυπικών που αφορούσαν την ιδιαίτερη φύση της γυναίκας.
Μιλώντας για μαγικού τύπου πρακτικές μπορούμε να αναφερθούμε σε «τεχνικές» που έχουν να κάνουν με τα ζώα και με τα φυσικά φαινόμενα. Σε ένα νησί του Αιγαίου οι κάτοικοι «δέναν» τους αητούς για να μην ορμούν στα πρόβατα τους, επίσης όταν έβλεπαν ένα μεγάλο σύννεφο να απλώνεται πάνω στο νησί θεωρούσαν ότι θα προκαλέσει καταστροφές και τότε έπαιρναν ένα μαχαίρι και χάραζαν στο χώμα και με αυτόν τον τρόπο κατόρθωναν να κόψουν το σύννεφο και να το καταστήσουν ακίνδυνο. Σε ένα άλλο νησί, αυτός που προβαίνει στο γνωστό σε όλους μας «ξεμάτιασμα» ταυτόχρονα «βγάζει και τον ήλιο»,προφανώς μια προσπάθεια να αποφευχθεί το κάψιμο του παθόντα από τον ήλιο.
Οι συνομιλίες και η επικοινωνία ζωντανών και νεκρών αποτελεί ένα θέμα αρκετά δημοφιλές στη λαογραφία. Ανατρέχοντας στα δημοτικά τραγούδια επισημαίνουμε το «τραγούδι του νεκρού αδελφού» σύμφωνα με το οποίο ο νεκρός αδελφός θα γυρίσει από τον Κάτω Κόσμο για να εκπληρώσει την δέσμευση που έχει αναλάβει στη μητέρα του και να της φέρει την αδελφή του που βρίσκεται παντρεμένη στα ξένα και αυτή ζητά να τη δει. Είναι συγκλονιστικός ο διάλογος με τον νεκρό αδελφό όπου εκφράζονται απορίες για την εμφάνιση του. Αλλά υπάρχουν και διάλογοι με το χάρο για να αφήσει τους νεκρούς να επιστρέψουν στον κόσμο των ζωντανών.
Στα ταφικά έθιμα διακρίνουμε επίσης μια διάσταση πολύ σημαντική κυρίως στα όσα έχουν να κάνουν με την προπομπή του νεκρού για το ταξίδι του. Ο νεκρός έχει στο στόμα του ένα νόμισμα ή κρατά στα χέρια του χρήματα. Από τα βάθη της μυθολογίας προέρχεται αυτή η εικόνα αφού ο νεκρός θα πρέπει να πληρώσει το βαρκάρη που θα τον περάσει από τον ποταμό που οδηγεί στον Άδη. Όταν εξέρχεται από το σπίτι κάποιος σπάει ένα πιάτο ή ένα κεραμίδι υποδεικνύοντας έτσι την απελευθέρωση του μέρους εκείνου του ανθρώπου που αποτελεί την ουσία του και το οποίο παραμένει αθάνατο. Αυτός ο συμβολισμός φαίνεται να υπάρχει και στις παραδόσεις άλλων λαών. Στην ταινία «Ο Μικρός Βούδας», ο βουδιστής μοναχός σπάει την κούπα με το τσάι και αυτό χύνεται στο πάτωμα υποδεικνύοντας έτσι το μέρος που δεν καταστρέφεται. Κατά την επιστροφή των συγγενών από την κηδεία τοποθετείται στο δωμάτιο του νεκρού ένα καντήλι και όλοι κοιτάζουν μήπως πλησιάσει κάποιο έντομο στην άκρη του. Θεωρούν ότι αυτή είναι η ψυχή του νεκρού που τριγυρνάει ακόμα σε γνώριμους χώρους και έρχεται να πιει από το λάδι του καντηλιού. Σε αυτό το περιστατικό αναφέρεται και το διήγημα του Παπαδιαμάντη «Μια Ψυχή» στο οποίο περιγράφεται ακριβώς αυτή η συνήθεια.
Όλα αυτά τα γεγονότα, οι δοξασίες, οι συνήθειες και τα έθιμα υποδεικνύουν μια στενή σχέση με την τελετουργική-ψυχική προσέγγιση του ανθρώπου με τον κόσμο που τον περιβάλλει – ορατό και αόρατο. Αγγίζει λεπτές πτυχές του βαθύτερου πυρήνα του και προσδιορίζει μια διαδικασία μέθεξης που έχει να κάνει με το άγνωστο και το ανεξήγητο που παίρνει διάφορες μορφές, από την πιο ιερή μέχρι την πιο βέβηλη. Η προσέγγιση και μελέτη αυτών των καταστάσεων πρέπει να πραγματοποιείται προφανώς χωρίς προκαταλήψεις, αλλά με σεβασμό, δεδομένου ότι κάποιος που βιώνει μια τέτοια κατάσταση τη θεωρεί ως πλήρως φυσιολογική θεωρώντας ότι έχει σχέση με τη λειτουργία του κόσμου. Ταυτόχρονα αυτές οι καταστάσεις βοηθούν σε μια πιο ολοκληρωμένη μελέτη της ιδιοσυγκρασίας του καθενός αφού αγγίζουν λεπτές καταστάσεις της συνείδησης.
Νίκος Δανιήλ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου